Αν δεν παρακολουθούσα την αυτοκρατορική εμφάνιση του προέδρου της δημοκρατίας και των μνημονίων την ημέρα του εορτασμού του αγίου Δημητρίου της Θεσσαλονίκης, θα μιλούσα για την Τζιτζικώσταινα, τον θιγμένο αντιφασίστα Βενιζέλο και το καραγκιοζιλίκι των παρελάσεων με το τηλεοπτικό εθνικό φρόνημα της πειρατικής Δημόσιας Τηλεόρασης.
Είναι όμως αυτό το γεροντίστικο θράσος που στα στερνά του αρνείται να πράξει το αυτονόητο μπας και δεν κηδευτεί με τιμές και δημοσία δαπάνη, όταν θα έρθει εκείνη η ώρα που για όλους έρχεται χωρίς διακρίσεις κι αξιώματα, που δεν με αφήνει να λυπηθώ καμιά ηλικία ή δήθεν αντιφασιστική δράση μιας μακρινής και ξεχασμένης ηλικίας.
Όταν βλέπεις μία εικόνα σαν αυτή, με ένα προσκύνημα γεμάτο ΜΑΤ και περιφράξεις για τον κόσμο που θέλει να τιμήσει τον άγιο -δικό του πρόβλημα είναι αυτό και δεν θα ασχοληθώ τώρα αν έχει δίκιο ή άδικο- μόνο σίχαμα μπορεί να σε κυριεύσει.
Ο αποκλεισμένος λαός χαίρεται τους αγίους του και τα στρατά του πίσω από τα κιγκλιδώματα και τις ασπίδες των αστυνομικών. Μακριά από τα παιδιά του που στέλνει ακόμη με χαρά και υπερηφάνεια για να τιμήσουν με δόξα και τιμή τους προέδρους και τα παράσημα.
Σιχαίνομαι μόνο που τα βλέπω. Σιχαίνομαι κι αυτούς και την παράστασή τους. Όχι μόνο την παρέλαση της φτώχειας και της επαιτείας στο τιμημένο ιδιωτικό κεφάλαιο που υπόσχεται την εθνική ανάταση των ερπυστριών και των εξαφανισμένων, από την σαλονικιά ομίχλη, αεροσκαφών. Σιχαίνομαι όλους εκείνους που βλέπουν τους εαυτούς τους ως άλλους Λουδοβίκους, ακόμη κι αν από την λίγη ιστορία που έχουν διαβάσει, ξέρουν πολύ καλά ποια ήταν η τύχη τους.
Δεν ονειρεύομαι γκιλοτίνες, γιατί δεν είναι η ώρα. Κι ούτε τρέφω αυταπάτες ότι αυτές θα τις στήσουν τα εξαγριωμένα πλήθη έξω από τα σύγχρονα ανάκτορα. Γκιλοτίνες στήνουν οι ίδιοι κι ετοιμάζονται να πέσουν μπρούμυτα για να τις δοκιμάσουν.
Οι χρυσοί τους θρόνοι και οι φασίστες που εκκολάπτουν με χαρά και αυταπάρνηση στους κόρφους τους, είναι οι δικές τους λεπίδες. Η απληστία και η ανάγκη επίδειξης της εγωπάθειάς τους, δεν ξεπλένεται με τις αναθυμιάσεις από τα χορηγούμενα καύσιμα λαθρεμπόρων και συνεργατών της χούντας των συνταγματαρχών.
Η πλέμπα δεν είναι κάποιος άλλος. Είναι αυτοί. Και η παράστασή τους ξεχυλίζει βρώμα και δυσωδία. Ένα σιχαμένο μίγμα που μόνο λύπηση κι αποστροφή προκαλεί. Όσοι χρυσοί θρόνοι κι αν μπουν στο κάδρο της φωτογραφίας, όσα παράσημα και τεντωμένοι φαντάροι, όσες ερπύστριες και ήχοι μαχητικών αεροσκαφών, αυτή η μαυρίλα που εκπνέουν δεν μπορεί να κρυφτεί. Δεν πρέπει να κρυφτεί.
Ζήτω το όχι… Ζήτω η πλέμπα...
Είναι όμως αυτό το γεροντίστικο θράσος που στα στερνά του αρνείται να πράξει το αυτονόητο μπας και δεν κηδευτεί με τιμές και δημοσία δαπάνη, όταν θα έρθει εκείνη η ώρα που για όλους έρχεται χωρίς διακρίσεις κι αξιώματα, που δεν με αφήνει να λυπηθώ καμιά ηλικία ή δήθεν αντιφασιστική δράση μιας μακρινής και ξεχασμένης ηλικίας.
Όταν βλέπεις μία εικόνα σαν αυτή, με ένα προσκύνημα γεμάτο ΜΑΤ και περιφράξεις για τον κόσμο που θέλει να τιμήσει τον άγιο -δικό του πρόβλημα είναι αυτό και δεν θα ασχοληθώ τώρα αν έχει δίκιο ή άδικο- μόνο σίχαμα μπορεί να σε κυριεύσει.
Ο αποκλεισμένος λαός χαίρεται τους αγίους του και τα στρατά του πίσω από τα κιγκλιδώματα και τις ασπίδες των αστυνομικών. Μακριά από τα παιδιά του που στέλνει ακόμη με χαρά και υπερηφάνεια για να τιμήσουν με δόξα και τιμή τους προέδρους και τα παράσημα.
Σιχαίνομαι μόνο που τα βλέπω. Σιχαίνομαι κι αυτούς και την παράστασή τους. Όχι μόνο την παρέλαση της φτώχειας και της επαιτείας στο τιμημένο ιδιωτικό κεφάλαιο που υπόσχεται την εθνική ανάταση των ερπυστριών και των εξαφανισμένων, από την σαλονικιά ομίχλη, αεροσκαφών. Σιχαίνομαι όλους εκείνους που βλέπουν τους εαυτούς τους ως άλλους Λουδοβίκους, ακόμη κι αν από την λίγη ιστορία που έχουν διαβάσει, ξέρουν πολύ καλά ποια ήταν η τύχη τους.
Δεν ονειρεύομαι γκιλοτίνες, γιατί δεν είναι η ώρα. Κι ούτε τρέφω αυταπάτες ότι αυτές θα τις στήσουν τα εξαγριωμένα πλήθη έξω από τα σύγχρονα ανάκτορα. Γκιλοτίνες στήνουν οι ίδιοι κι ετοιμάζονται να πέσουν μπρούμυτα για να τις δοκιμάσουν.
Οι χρυσοί τους θρόνοι και οι φασίστες που εκκολάπτουν με χαρά και αυταπάρνηση στους κόρφους τους, είναι οι δικές τους λεπίδες. Η απληστία και η ανάγκη επίδειξης της εγωπάθειάς τους, δεν ξεπλένεται με τις αναθυμιάσεις από τα χορηγούμενα καύσιμα λαθρεμπόρων και συνεργατών της χούντας των συνταγματαρχών.
Η πλέμπα δεν είναι κάποιος άλλος. Είναι αυτοί. Και η παράστασή τους ξεχυλίζει βρώμα και δυσωδία. Ένα σιχαμένο μίγμα που μόνο λύπηση κι αποστροφή προκαλεί. Όσοι χρυσοί θρόνοι κι αν μπουν στο κάδρο της φωτογραφίας, όσα παράσημα και τεντωμένοι φαντάροι, όσες ερπύστριες και ήχοι μαχητικών αεροσκαφών, αυτή η μαυρίλα που εκπνέουν δεν μπορεί να κρυφτεί. Δεν πρέπει να κρυφτεί.
Ζήτω το όχι… Ζήτω η πλέμπα...
Καθαρή πασοκική αλαζονεία. Να βλέπουμε εικόνες με αυτόν (και πολλούς άλλους) μόνο σε βόθρους και πίσω από κάγκελα.
ReplyDelete